Τό δοκίμιο αὐτό προσπαθεῖ νά φωτίσει τήν καλλιτεχνική δημιουργία, στόν λαϊκό πολιτισμό, μελετώντας τό παράδειγμα τοῦ ἑλληνικοῦ Καραγκιόζη: τη διαδικασία μέ τήν ὁποία τά λαϊκά στρώματα τοῦ τόπου μας μετάγγισαν σ’ αυτή την «ξενόφερτη» προφορική παράδοση τίς δικές τους ἐμπειρίες καί διαμόρφωσαν, σέ μιάν ὁρισμένη ἱστορική περίοδο, τό δικό τους ὁμαδικό ἔργο. Αὐτός εἶναι ὁ πυρήνας τῆς ἐργασίας μου: ὁ ἀναγκαῖος διαλεκτικός δεσμός ἀνάμεσα στόν παραδοσιακό (προφορικό) χαρακτήρα ἑνός δεδομένου εἴδους καί στόν «λαϊκό» (ὁμαδικό) χαρακτήρα τῆς ἀναδημιουργίας του. Προβληματική, θαρρῶ, καίρια τόσο γιά νά συλλάβουμε τή φύση μιᾶς καλλιτεχνικῆς παραγωγῆς πού ἀνήκει λίγο-πολύ στό παρελθόν, ὅσο καί γιά νά κοιτάξουμε ἀπό κάποια κριτική ἀπόσταση τόν γραπτό –καί σήμερα μαζικό– πολιτισμό μας· τή δυσκολία του νά ἐξασφαλίσει τήν αὐθόρμητη δημιουργική συμμετοχή τῶν «πολλῶν» στά ἔργα του.
Ἔτσι, τό βιβλίο τοῦτο φιλοδοξεῖ νά εἶναι συνάμα μιά πρώτη ἑρμηνευτική προσέγγιση στόν κόσμο τοῦ Καραγκιόζη –αὐτό τό θέατρο τῶν «χάρτινων ἠθοποιῶν», πίσω ἀπό τούς ὁποίους μιλάει ὄχι μόνο ὁ ἀφανής καραγκιοζοπαίχτης, ἀλλά καί ἕνας ἀφανέστερος ἄλλος: ὁ ἀσύλληπτος συλλογικός δημιουργός– καί μιά ἔρευνα τῶν προϋποθέσεων στίς ὁποῖες θεμελιώνεται ἡ λαϊκή δημιουργικότητα· ἕνας στοχασμός πάνω στό παρελθόν καί τό παρόν τῆς παιδείας καί τῆς ζωῆς μας, πού γυρεύει νά ἀνταποκριθεῖ στό αἴτημα τοῦ ποιητῆ, ὅταν μᾶς καλεῖ
…νά λογαριάσουμε πῶς προχωροῦμε.
Αὐτό μοῦ φαίνεται σήμερα τό πιό ἐπεῖγον.