22 Ιουνίου 2012. Κατεβαίνω άρον άρον τη σκάλα της ταβέρνας, για να περπατήσω στην αμμουδιά. Με ζάλισαν οι συμπατριώτες μου που παρακολουθούσαν από την τηλεόραση το παιχνίδι Ελλάδας-Γερμανίας στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, διαδηλώνοντας με κραυγές τον ενθουσιασμό ή την απελπισία τους για κάθε επιτυχία ή αστοχία της ομάδας «μας». Δίπλα τους μια παρέα Γερμανών εκδήλωνε, όχι λιγότερο κραυγαλέα, τον δικό της «πατριωτισμό». Πάλι καλά που δεν ανάψανε τα αίματα. Λες να τους ηρέμησε η κουβέντα που πέταξε περιπαιχτικά ο Κωστής σε μια κρίσιμη φάση του αγώνα: «Είκοσι δυο λωλοί κυνηγούν ένα πετσί»;
Μα τώρα με τυλίγει πάλι η σιωπή του έναστρου ουρανού. «Άραγε πόσες φορές ακόμα μου μένουν να νιώσω στη ζωή μου τούτο το ανείπωτο μυστήριο;» ρωτάει μέσα μου μια φωνή. Και, παρευθύς, μια άλλη φωνή της αποκρίνεται: «Τι σημασία έχει; Αυτό το μυστήριο υπάρχει από τότε που το ένιωσαν οι άνθρωποι, όταν βρέθηκαν στη γη και θαύμασαν το σύμπαν• και θα υπάρχει όσο θα το νιώθουν ή ως τη συντέλεια του κόσμου. Σκέψου μονάχα πως αν όλη η περασμένη ανθρωπότητα δεν σκιρτούσε τώρα μέσα στο μικρό σαρκίο σου, δεν θα το ένιωθες ούτε συ ως άνθρωπος μοναδικός και μόνος απέναντι στην απεραντοσύνη του χώρου και του χρόνου, που διαστέλλει το ατομικό αίσθημα μιας στιγμής ως την αιωνιότητα. Άντλησε, όσο μπορείς, αυτό το αθάνατο νερό από τη θνητή ζωή σου».[…]
[Απόσπασμα από εκτενέστερο κείμενο που δημοσιεύεται στο τεύχος 10 του περιοδικού. Πρόκειται για προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Γιάννη Κιουρτσάκη με τίτλο Γυρεύοντας στην εξορία την πατρίδα σου, που θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τις εκδόσεις Πατάκη. Υπενθυμίζουμε ότι η ύλη του τεύχους είναι εντελώς άλλη από την ύλη που δημοσιεύεται καθημερινά στην ιστοσελίδα μας.]
[Φωτογραφία: Gianni Berengo Gardin.]